Statistics Explained

Archive:ΑΕΠ σε περιφερειακό επίπεδο

This Statistics Explained article is outdated and has been archived - for recent articles on regions and cities see here.


Στοιχεία εξαχθέντα τον Μάρτιο του 2016. Πλέον πρόσφατα στοιχεία: Περαιτέρω πληροφορίες της Eurostat, Βασικοί πίνακες και Βάση δεδομένων. Προγραμματισμένη επικαιροποίηση του άρθρου: Νοέμβρης του 2017.

Μπορείτε να περιηγηθείτε διαδραστικά στους χάρτες χρησιμοποιώντας τον σύνδεσμο Eurostat Statistical Atlas (βλέπε User manual (στα αγγλικά)).

Χάρτης 1: Κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (ΜΑΔ) σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ-28, κατά περιφέρειες NUTS 2, 2014 (1)
(% του μέσου όρου της ΕΕ-28, ΕΕ-28 = 100)
Πηγή: Eurostat (nama_10r_2gdp) και (nama_10_pc)
Γράφημα 1: Κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (ΜΑΔ) σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ-28, κατά περιφέρειες NUTS 2, 2014
(% του μέσου όρου της ΕΕ-28, ΕΕ-28 = 100)
Πηγή: Eurostat (nama_10r_2gdp) και (nama_10_pc)
Χάρτης 2: Μεταβολή του κατά κεφαλήν ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (ΜΑΔ) σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ-28, κατά περιφέρειες NUTS 2, 2008-14 (1)
(διαφορά σε ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ του 2008 και του 2014)
Πηγή: Eurostat (nama_10r_2gdp) και (nama_10_pc)
Χάρτης 3: Ακαθάριστη προστιθέμενη αξία ανά απασχολούμενο άτομο σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ-28, κατά περιφέρειες NUTS 2, 2014 (1)
(% του μέσου όρου της ΕΕ-28, ΕΕ-28 = 100)
Πηγή: Eurostat (nama_10r_3gva), (nama_10r_3empers), (nama_10_a10) και (nama_10_a10_e)
Χάρτης 4: Πρωτογενές εισόδημα νοικοκυριών σε σχέση με το μέγεθος του πληθυσμού, κατά περιφέρειες NUTS 2, 2013
[κατά κεφαλήν μονάδα αγοραστικής δύναμης όσον αφορά την κατανάλωση (ΜΑΔΚ)]
Πηγή: Eurostat (nama_10r_2hhinc)
Γράφημα 2: Διαθέσιμο εισόδημα νοικοκυριών σε σχέση με το μέγεθος του πληθυσμού, κατά περιφέρειες NUTS 2, 2013 (1)
[κατά κεφαλήν μονάδα αγοραστικής δύναμης όσον αφορά την κατανάλωση (ΜΑΔΚ)]
Πηγή: Eurostat (nama_10r_2hhinc)
Χάρτης 5: Μεταβολή στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών σε σχέση με το μέγεθος του πληθυσμού, κατά περιφέρειες NUTS 2, 2008-13 (1)
[συνολική διαφορά στην κατά κεφαλήν μονάδα αγοραστικής δύναμης όσον αφορά την κατανάλωση (ΜΑΔΚ) μεταξύ του 2008 και του 2013]
Πηγή: Eurostat (nama_10r_2hhinc)

Το άρθρο αυτό αποτελεί τμήμα σειράς στατιστικών άρθρων με βάση την έκδοση της περιφερειακής επετηρίδας Eurostat. Χρησιμοποιεί ένα σύνολο περιφερειακών οικονομικών λογαριασμών για την ανάλυση των οικονομικών εξελίξεων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ): το πρώτο τμήμα βασίζεται στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ), το κύριο αριθμητικό μέγεθος για τη μέτρηση των οικονομικών εξελίξεων/της οικονομικής μεγέθυνσης· το δεύτερο τμήμα περιλαμβάνει μια σύντομη ανάλυση της παραγωγικότητας της εργασίας (που ορίζεται εδώ ως ακαθάριστη προστιθέμενη αξία ανά απασχολούμενο άτομο), ενώ το άρθρο κλείνει με μια περιφερειακή ανάλυση του εισοδήματος των νοικοκυριών και του διαθέσιμου εισοδήματος.

Οι περιφερειακοί λογαριασμοί χρησιμεύουν ως βάση για την κατανομή των δαπανών στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής της ΕΕ. Καλύπτεται κάθε περιφέρεια της ΕΕ, ωστόσο, τα περισσότερα διαρθρωτικά ταμεία προσανατολίζονται στις περιφέρειες επιπέδου NUTS 2, όπου το κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι μικρότερο από το 75 % του μέσου όρου της ΕΕ-28. Η χορήγηση των ταμείων συνοχής βασίζεται επί του παρόντος σε απόφαση σχετική με τον μέσο όρο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά την τριετή περίοδο από το 2007 έως το 2009· εντός του 2016 διεξάγεται ενδιάμεση επανεξέταση των κονδυλίων της πολιτικής συνοχής, γεγονός που είναι πιθανό να επιφέρει ορισμένες αλλαγές στο σύστημα —περισσότερες πληροφορίες παρέχονται σε άρθρο για τις περιφερειακές πολιτικές και τη στρατηγική «Ευρώπη 2020».

Κύρια στατιστικά στοιχεία

Το ΑΕΠ σε τιμές αγοράς στην ΕΕ-28 αποτιμήθηκε σε 14 τρισεκατομμύρια ευρώ το 2014, κάτι που αντιστοιχεί σε ένα μέσο επίπεδο περίπου 27,5 χιλιάδων μονάδων αγοραστικής δύναμης (ΜΑΔ) κατά κεφαλήν.

Περιφερειακό κατά κεφαλήν ΑΕΠ

Ο χάρτης 1 δείχνει το κατά κεφαλήν ΑΕΠ το 2014 για περιφέρειες επιπέδου NUTS 2, με την αξία για κάθε περιφέρεια να υπολογίζεται αρχικά σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (ΜΑΔ) και έπειτα να εκφράζεται ως ποσοστό του μέσου όρου της ΕΕ-28 (που έχει οριστεί σε 100 %). Ως εκ τούτου, παρουσιάζει σχετικά «πλούσιες» περιφέρειες (εμφανίζονται με μπλε), όπου το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ-28 και σχετικά «φτωχές» περιφέρειες (εμφανίζονται με μοβ)· η χρήση των ΜΑΔ καθιστά δυνατή τη σύγκριση της αγοραστικής δύναμης μεταξύ των περιφερειών των κρατών μελών της ΕΕ που χρησιμοποιούν διαφορετικά νομίσματα και όπου τα επίπεδα τιμών είναι διαφορετικά. Ο χάρτης δείχνει σαφή διαχωρισμό ανατολής–δύσης. Ωστόσο, η τάση αυτή είναι λιγότερο έντονη από ό,τι ήταν πριν από περισσότερο από μία δεκαετία —όταν η ΕΕ προέβη στη μεγαλύτερη διεύρυνσή της με την προσχώρηση 10 νέων κρατών μελών— ως αποτέλεσμα δύο κύριων παραγόντων:

  • μιας σταδιακής διαδικασίας οικονομικής σύγκλισης, που προκύπτει από σχετικά ταχύ ρυθμό μεγέθυνσης των λιγότερο ανεπτυγμένων περιφερειών·
  • της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης, η οποία είχε σημαντικό αντίκτυπο στις οικονομικές επιδόσεις των περισσότερων κρατών μελών της ΕΕ.

Πράγματι, πολλές περιφέρειες στα ανατολικά τμήματα της ΕΕ, ιδιαίτερα περιφέρειες πρωτευουσών, παρουσίασαν αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ τους (προσαρμοσμένου με βάση τις διαφορές των επιπέδων τιμών) σε απόλυτες τιμές και σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ-28. Αντιθέτως, οι επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ το 2014 κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ-28 σε αρκετές περιφέρειες NUTS 2, όπου παλαιότερα (το 2008) εμφανίζονταν πάνω από τον μέσο όρο: αυτό παρατηρήθηκε σε τέσσερις βρετανικές περιφέρειες, τρεις ολλανδικές περιφέρειες, δύο περιφέρειες της Ελλάδας, της Ιταλίας και της Φινλανδίας και μία περιφέρεια της Ισπανίας, της Κύπρου (η οποία αποτελεί μία περιφέρεια σε αυτό το επίπεδο ανάλυσης), της Σλοβενίας και της Σουηδίας. Αντιθέτως, τρεις περιφέρειες στη Γερμανία και μία περιφέρεια στη Γαλλία και την Πολωνία, οι οποίες το 2008 βρίσκονταν κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ-28, έως το 2014 υπερέβησαν τον μέσο όρο.

Οικονομική δραστηριότητα — ορισμός ΑΕΠ

Το ΑΕΠ είναι ο κεντρικός δείκτης των εθνικών λογαριασμών, ο οποίος συνοψίζει την οικονομική θέση μιας χώρας ή μιας περιφέρειας. Μπορεί να υπολογιστεί μέσω διαφορετικών προσεγγίσεων: της προσέγγισης εκροών, της προσέγγισης δαπανών και της προσέγγισης εισοδήματος.

Το ΑΕΠ χρησιμοποιείται για ανάλυση των οικονομικών επιδόσεων και κύκλων (όπως υφέσεων, ανακάμψεων και ταχείας οικονομικής άνθησης). Δεδομένα σε διάφορα νομίσματα μπορούν να μετατραπούν σε κοινό νόμισμα για να καταστούν πιο εύκολα συγκρίσιμα —για παράδειγμα, να μετατραπούν σε ευρώ ή δολάρια. Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες, εντούτοις, δεν αντικατοπτρίζουν όλες τις διαφορές στα επίπεδα τιμών μεταξύ χωρών ή περιφερειών. Για να αντισταθμιστούν οι διαφορές αυτές, το ΑΕΠ δύναται να μετατραπεί με τη βοήθεια συντελεστών μετατροπής, που είναι γνωστοί ως ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης (ΙΑΔ). Με τη χρήση των ΙΑΔ (αντί των αγοραίων συναλλαγματικών ισοτιμιών), οι δείκτες αυτοί μετατρέπονται σε ένα τεχνητό κοινό νόμισμα που ονομάζεται μονάδα αγοραστικής δύναμης (ΜΑΔ)· η χρήση ΜΑΔ καθιστά δυνατή τη σύγκριση της αγοραστικής δύναμης μεταξύ των περιφερειών των κρατών μελών που χρησιμοποιούν διαφορετικά νομίσματα και όπου τα επίπεδα τιμών είναι διαφορετικά.

Σε γενικές γραμμές, η χρήση σειρών ΜΑΔ αντί σειρών που βασίζονται στο ευρώ τείνουν να έχουν εξισορροπητικό αποτέλεσμα, καθώς οι περιφέρειες με πολύ υψηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε ευρώ τείνουν επίσης να έχουν σχετικά υψηλά επίπεδα τιμών (για παράδειγμα, το κόστος διαβίωσης στο κεντρικό Παρίσι ή Λονδίνο είναι γενικά υψηλότερο από το κόστος ζωής στις αγροτικές περιοχές της Βουλγαρίας ή της Ρουμανίας).

Το υψηλότερο επίπεδο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην ΕΕ καταγράφηκε στην περιφέρεια Inner London - West

Υπήρξαν πέντε περιφέρειες όπου το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, το 2014, ήταν υπερδιπλάσιο του μέσου όρου της ΕΕ-28, ήτοι: η περιφέρεια Inner London - West, το Λουξεμβούργο (ενιαία περιφέρεια σε αυτό το επίπεδο ανάλυσης), η περιφέρεια Région de Bruxelles-Capitale/Brussels Hoofdstedelijk Gewest, το Αμβούργο και η περιφέρεια Inner London - East. Και οι πέντε παραπάνω περιφέρειες με τα υψηλότερα επίπεδα κατά κεφαλήν ΑΕΠ το 2014 χαρακτηρίζονταν από σημαντικές εισροές μετακινούμενων εργαζομένων: για παράδειγμα, πολλοί άνθρωποι διανύουν μεγάλες αποστάσεις προς το κεντρικό Λονδίνο κάθε εργάσιμη μέρα, ενώ η περιφέρεια Région de Bruxelles-Capitale/Brussels Hoofdstedelijk Gewest έχει σχετικά μικρό μέγεθος (που καλύπτει μόλις πάνω από 160 km²) και προσελκύει επίσης σημαντικό αριθμό μετακινούμενων εργαζομένων από τις γειτονικές περιφέρειες. Παρότι οι μεγαλύτεροι απόλυτοι αριθμοί συνήθως καταγράφονταν για εθνικές ροές μετακινούμενων εργαζομένων προς περιφέρειες που περιλαμβάνουν ορισμένες από τις μεγαλύτερες πόλεις της Ευρώπης, είναι επίσης ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι σε ορισμένες περιφέρειες καταγράφηκε ένα σχετικά υψηλό ποσοστό διασυνοριακών μετακινήσεων εργαζομένων. Για παράδειγμα, ένα υψηλό ποσοστό αυτών που εργάζονται στο Λουξεμβούργο ταξιδεύουν πέραν των εθνικών συνόρων από τις γειτονικές χώρες Βέλγιο, Γερμανία και Γαλλία.

Για περισσότερες πληροφορίες: μπορείτε να ανατρέξετε σε σχετικό άρθρο για τα μοντέλα μετακίνησης των εργαζομένων.

Μέτρηση του πλούτου και του εισοδήματος κατά τόπο κατοικίας ή εργασίας;

Το μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ δεν παρέχει ένδειξη ως προς την κατανομή του πλούτου μεταξύ των διάφορων ομάδων του πληθυσμού στην ίδια περιφέρεια, ούτε μετρά το εισόδημα που διαθέτουν τελικά τα νοικοκυριά μιας περιφέρειας, καθώς τα άτομα που μετακινούνται καθημερινά μπορεί να είναι εργαζόμενοι που συμβάλλουν στο ΑΕΠ μιας περιφέρειας (όπου εργάζονται) και στο οικογενειακό εισόδημα σε άλλη περιφέρεια (στην οποία ζουν).

Το ζήτημα αυτό είναι πολύ σημαντικό, όταν υπάρχουν σημαντικές καθαρές ροές μετακινήσεων εργαζομένων προς ή από μια περιφέρεια. Περιοχές που χαρακτηρίζονται από σημαντικό αριθμό εισερχόμενων μετακινούμενων εργαζομένων εμφανίζουν συχνά περιφερειακό κατά κεφαλήν ΑΕΠ εξαιρετικά υψηλό (σε σύγκριση με γειτονικές περιφέρειες). Το πρότυπο αυτό παρατηρείται σε πολλές αστικές περιφέρειες της ΕΕ, αλλά κυρίως στις πρωτεύουσες. Λόγω αυτής της ανωμαλίας, τα υψηλά επίπεδα του κατά κεφαλήν ΑΕΠ που έχουν καταγραφεί για ορισμένες περιφέρειες με καθαρές εισροές μετακινούμενων εργαζομένων δεν οδηγούν αναγκαστικά σε αντίστοιχα υψηλά επίπεδα εισοδήματος των ατόμων που ζουν στην ίδια περιφέρεια.

Το 2014, περίπου το 15 % των 276 περιφερειών επιπέδου NUTS 2 για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία (βλ. χάρτη 1 σχετικά με την κάλυψη) ανέφερε ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ τους ήταν τουλάχιστον 25 % υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ-28· οι περιφέρειες αυτές εμφανίζονται με την πιο σκουρόχρωμη σκίαση του μπλε. Πολλές από αυτές ήταν περιφέρειες πρωτευουσών ή ομάδες περιφερειών που γειτνιάζουν με περιφέρειες πρωτευουσών, ενώ η μεγάλη πλειονότητα των υπόλοιπων συγκεντρώνονταν στο κέντρο του χάρτη, καλύπτοντας τη δυτική και νότια Γερμανία, τη δυτική Αυστρία και τη βόρεια Ιταλία, καθώς και την Ελβετία. Οι υπόλοιπες περιφέρειες ήταν η φινλανδική νησιωτική περιφέρεια Åland και δύο περιφέρειες που σχετίζονται με την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Βόρεια Θάλασσα, τουτέστιν το Groningen στις Κάτω Χώρες και η βορειοανατολική Σκωτία στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η περιφέρεια της γερμανικής πρωτεύουσας —του Βερολίνου— δεν περιλαμβανόταν σε αυτές, παρά το γεγονός ότι η Γερμανία διαθέτει τον μεγαλύτερο αριθμό περιφερειών με κατά κεφαλήν ΑΕΠ τουλάχιστον 25 % υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ-28.

Σχεδόν και οι 21 περιφέρειες της ΕΕ στις οποίες το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν μικρότερο από το ήμισυ του μέσου όρου της ΕΕ-28 βρίσκονταν στην Ανατολική Ευρώπη

Οι περιφέρειες στις οποίες στοχεύουν περισσότερο τα ταμεία συνοχής έχουν κατά κεφαλήν ΑΕΠ χαμηλότερο από το 75 % του μέσου όρου της ΕΕ-28· οι περιφέρειες αυτές εμφανίζονται με σκούρα μοβ σκίαση στον χάρτη 1. Το 2014 υπήρχαν 78 περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 που ανήκαν σε αυτή την κατηγορία. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η βάση της χρηματοδότησης για την περίοδο προγραμματισμού 2014-20 έχει καθοριστεί σε σχέση με το μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά την τριετή περίοδο 2007-09.

Πάνω από το ένα τέταρτο (21 περιφέρειες) των 78 περιφερειών με σχετικά χαμηλά επίπεδα κατά κεφαλήν ΑΕΠ διέθετε επίπεδο οικονομικής απόδοσης κατά κεφαλήν που ήταν μικρότερο από το ήμισυ του μέσου όρου της ΕΕ-28. Από τις 21 αυτές περιφέρειες, οι 19 βρίσκονταν στην ανατολική Ευρώπη και συγκεκριμένα σε τέσσερα κράτη μέλη της ΕΕ, με πέντε περιφέρειες από τη Βουλγαρία, την Πολωνία και τη Ρουμανία και τέσσερις περιφέρειες από την Ουγγαρία. Οι υπόλοιπες δύο περιφέρειες ήταν η γαλλική υπερπόντια περιφέρεια Mayotte και η ελληνική περιφέρεια της Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης. Οι δύο βουλγαρικές περιφέρειες Severozapaden και Yuzhen tsentralen και η γαλλική νησιωτική περιφέρεια Mayotte ανέφεραν τα χαμηλότερα επίπεδα μέσου κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην ΕΕ, με κάθε μία από αυτές τις περιφέρειες να διαθέτει επίπεδο οικονομικής απόδοσης κατά κεφαλήν χαμηλότερο από το ένα τρίτο του μέσου όρου της ΕΕ-28.

Στην περιφέρεια Inner London - West, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν 18 φορές υψηλότερο απ’ ό,τι στην περιφέρεια Severozapaden

Το 2014 το μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ για την περιφέρεια Inner London - West (539 % του μέσου όρου της ΕΕ-28) ήταν 18 φορές υψηλότερο —λαμβανομένων υπόψη των διαφορών στα επίπεδα τιμών— από εκείνο της περιφέρειας Severozapaden (Βουλγαρία), όπου καταγράφηκε το χαμηλότερο μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ (30 % του μέσου όρου της ΕΕ-28).

Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ-28 σε όλες τις περιφέρειες της Νορβηγίας

Σε όλα τα πολυπεριφερειακά κράτη μέλη της ΕΕ υπήρχε τουλάχιστον μία περιφέρεια επιπέδου NUTS 2 με μέσο επίπεδο κατά κεφαλήν ΑΕΠ που ήταν χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ-28 το 2014, πράγμα που όμως δεν παρατηρήθηκε για τις περιφέρειες επιπέδου 2 στη Νορβηγία, καθώς και οι επτά περιφέρειες κατέγραψαν τιμές υψηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ-28. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ υπερέβη τον μέσο όρο της ΕΕ-28 μόνο σε ένα από τα κράτη μέλη της ΕΕ που αποτελούν ενιαίες περιφέρειες σε αυτό το επίπεδο ανάλυσης, ήτοι το Λουξεμβούργο· το ίδιο παρατηρήθηκε και στην Ισλανδία και την Ελβετία (για τις οποίες είναι διαθέσιμα μόνο εθνικά στοιχεία).

Στην Τσεχική Δημοκρατία, την Ιρλανδία, την Ουγγαρία, την Πολωνία, την Πορτογαλία, τη Ρουμανία και τη Σλοβακία η περιφέρεια της πρωτεύουσας ήταν η μοναδική περιφέρεια όπου το κεφαλήν ΑΕΠ ήταν υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ-28. Η Βουλγαρία, η Ελλάδα, η Κροατία και η Σλοβενία ήταν τα μόνα πολυπεριφερειακά κράτη μέλη της ΕΕ στα οποία όλες οι περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 είχαν μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ-28. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν επίσης χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ-28 σε άλλα πέντε κράτη μέλη της ΕΕ που αποτελούν ενιαίες περιφέρειες σε αυτό το επίπεδο ανάλυσης: τα κράτη μέλη της Βαλτικής, την Κύπρο και τη Μάλτα· το ίδιο παρατηρήθηκε και στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, καθώς και στην Αλβανία και τη Σερβία (για τις δύο αυτές χώρες είναι διαθέσιμα μόνο εθνικά στοιχεία).

Οι περιφέρειες των πρωτευουσών ήταν σε γενικές γραμμές εκείνες με το υψηλότερο μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ στα περισσότερα κράτη μέλη

Το γράφημα 1 παρουσιάζει μια εναλλακτική ανάλυση της περιφερειακής κατανομής του κατά κεφαλήν ΑΕΠ το 2014. Εκεί φαίνεται ότι στα περισσότερα από τα πολυπεριφερειακά κράτη μέλη της ΕΕ οι περιφέρειες των πρωτευουσών ήταν σε γενικές γραμμές εκείνες με το υψηλότερο μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ· οι μόνες εξαιρέσεις σε αυτόν τον κανόνα ήταν η Γερμανία, η Ιταλία και οι Κάτω Χώρες. Στη Γερμανία το υψηλότερο μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ καταγράφηκε στο Αμβούργο, ενώ το Βερολίνο ήταν η μόνη περιφέρεια πρωτεύουσας που κατέγραψε κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατώτερο από τον εθνικό μέσο όρο. Η ιταλική περιφέρεια πρωτεύουσας του Λάτσιο είχε το έκτο υψηλότερο επίπεδο κατά κεφαλήν ΑΕΠ μεταξύ των ιταλικών περιφερειών, ενώ τα υψηλότερα επίπεδα καταγράφηκαν στις βορειότερες περιφέρειες, με κορυφαία την Provincia Autonoma di Bolzano/Bozen. Στις Κάτω Χώρες, το Groningen ήταν η μόνη περιφέρεια που σημείωσε μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ υψηλότερο από την περιφέρεια της πρωτεύουσας (Noord-Holland).

Οι περιφέρειες των πρωτευουσών της Βουλγαρίας, της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δανίας, της Ιρλανδίας, της Γαλλίας, της Κροατίας, της Πορτογαλίας, της Σλοβενίας, της Σλοβακίας και της Σουηδίας ήταν οι μόνες περιφέρειες από καθένα από τα εν λόγω κράτη μέλη της ΕΕ, όπου το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν υψηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο το 2014.

Η ανάλυση για τα κράτη μέλη της ΕΕ που διαθέτουν περισσότερες από δύο περιφέρειες δείχνει ότι οι ευρύτερες ανισότητες στη δημιουργία πλούτου μεταξύ των περιφερειών της ίδιας χώρας καταγράφηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στο Inner London - West ήταν σχεδόν οκτώ φορές υψηλότερο απ’ ό,τι στην West Wales and the Valleys. Υπήρχαν επίσης σημαντικές αποκλίσεις στα επίπεδα του κατά κεφαλήν ΑΕΠ μεταξύ των περιφερειών της Γαλλίας, της Ρουμανίας και της Σλοβακίας. Αντιθέτως, η δημιουργία πλούτου ήταν σχετικά ομοιόμορφα κατανεμημένη στην Κροατία, τη Σλοβενία, τα σκανδιναβικά κράτη μέλη, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία, τις Κάτω Χώρες, την Αυστρία, την Ισπανία και την Ελλάδα. Σε καθένα από αυτά τα κράτη μέλη της ΕΕ, το μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην περιφέρεια με την υψηλότερη τιμή δεν ήταν ποτέ πάνω από το διπλάσιο αυτού που καταγράφηκε στην περιφέρεια με τη χαμηλότερη τιμή· το ίδιο ίσχυε και στη Νορβηγία.

Ανάλυση της περιφερειακής οικονομικής ανάπτυξης με την πάροδο του χρόνου

Κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης, η μέγιστη τιμή που έλαβε το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην ΕΕ-28 ήταν 26,0 χιλιάδες ΜΑΔ το 2008. Το 2009 σημειώθηκε ραγδαία μείωση της οικονομικής δραστηριότητας, και το μέσο επίπεδο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατάφερε να επιστρέψει σε επίπεδο (ελαφρώς) ανώτερο εκείνου προ της κρίσης μόλις το 2011. Ο ρυθμός αύξησης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ επιβραδύνθηκε το 2012 και το 2013, όταν παρήχθησαν κατά μέσο όρο 26,7 χιλιάδες ΜΑΔ κατά κεφαλήν, πριν επιταχυνθεί εκ νέου το 2014 σε 27,5 χιλιάδες ΜΑΔ κατά κεφαλήν.

Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ αυξήθηκε με ταχύ ρυθμό σε αρκετές πολωνικές, γερμανικές και αυστριακές περιφέρειες, στη Λιθουανία και στο Λουξεμβούργο

Ο χάρτης 2 δείχνει τις επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης, παρουσιάζοντας αναλυτικά τις περιφερειακές επιδόσεις για τις περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 μεταξύ 2008 και 2014. Οι περιφέρειες που επεκτάθηκαν με ταχείς ρυθμούς, όπως φαίνεται από την πιο σκουρόχρωμη σκίαση του μπλε, βρίσκονταν κυρίως στην Πολωνία (7 από τις 16 περιφέρειες), την Αυστρία (τρεις από τις εννέα περιφέρειες), τη Γερμανία (12 από τις 38 περιφέρειες), τη Λιθουανία και το Λουξεμβούργο (αμφότερες ενιαίες περιφέρειες σε αυτό το επίπεδο ανάλυσης), ενώ —ως ποσοστό του μέσου όρου της ΕΕ-28— το κατά κεφαλήν ΑΕΠ αυξήθηκε επίσης κατά περισσότερο από 10,0 ποσοστιαίες μονάδες στις περιφέρειες Nyugat-Dunántúl (Ουγγαρία), Sud-Est (Ρουμανία), Bratislavský kraj (Σλοβακία) και Inner London - East.

ΕΣΤΙΑΣΗ ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΕΣ

Mazowieckie, Πολωνία

Warsaw-center-free-license-CC0.jpg

Η ταχύτερα αναπτυσσόμενη περιφέρεια, όπως μετρήθηκε από τη μεταβολή στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά την περίοδο 2008-14, ήταν η περιφέρεια Mazowieckie (η περιφέρεια της πολωνικής πρωτεύουσας). Η εν λόγω περιφέρεια κατέγραψε επίσης τη μεγαλύτερη αύξηση από τις περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο μεταξύ του 2008 και του 2013.

©: skitterphoto.com

Η ταχύτερη οικονομική ανάπτυξη σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ-28 κατά την περίοδο 2008-14 σε περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 της ΕΕ σημειώθηκε στην πολωνική περιφέρεια Mazowieckie, που περιλαμβάνει την πρωτεύουσα Βαρσοβία. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην περιφέρεια Mazowieckie ήταν 17,1 % κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ-28 το 2008, αλλά αυξήθηκε σε 8,4 % πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ-28 το 2014.

Στο άλλο άκρο του φάσματος, 38 περιφέρειες συνολικά σημείωσαν πτώση τουλάχιστον κατά 10,0 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ του 2008 και του 2014 στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ τους σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ-28 (όπως φαίνεται από την πιο σκουρόχρωμη μοβ σκίαση στον χάρτη 2). Ο αντίκτυπος της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης στην ελληνική και την ισπανική οικονομία ήταν ευρύς, καθώς 12 από τις εν λόγω περιφέρειες ήταν ελληνικές και 14 ισπανικές· η Κύπρος (ενιαία περιφέρεια σε αυτό το επίπεδο ανάλυσης) ανήκε επίσης σε αυτή την ομάδα περιφερειών, όπως και επτά (κυρίως βόρειες) περιφέρειες της Ιταλίας, δύο ολλανδικές περιφέρειες και από μία περιφέρεια από τη Φινλανδία (περιφέρεια της πρωτεύουσας) και το Ηνωμένο Βασίλειο (Bedfordshire and Hertfordshire). Η ταχύτερη οικονομική ύφεση σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ-28 κατά την περίοδο 2008-14 στις περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 της ΕΕ σημειώθηκε σε τρεις ελληνικές περιφέρειες (Αττική, Νότιο Αιγαίο και Ιόνια Νησιά), όπου το κατά κεφαλήν ΑΕΠ μειώθηκε κατά περισσότερο από 26,0 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ-28. Στην Αττική, για παράδειγμα, από 25,4 % πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ-28 μειώθηκε σε 1,2 % κάτω από τον μέσο όρο.

Η εθνική οικονομική ανάπτυξη φαίνεται να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον καθορισμό των περιφερειακών οικονομικών επιδόσεων, με ευρεία αύξηση σε αρκετά ανατολικά κράτη μέλη

Μπορεί να σημειωθεί ότι, παρά τις έντονες αποκλίσεις στο μέσο επίπεδο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ μεταξύ των περιφερειών ορισμένων κρατών μελών της ΕΕ, υπήρξε μια σχετικά ομοιόμορφη τάση ως προς τις μεταβολές της οικονομικής δραστηριότητας κατά την περίοδο από το 2008 έως το 2014. Ανάμεσα στα πολυπεριφερειακά κράτη μέλη της ΕΕ, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ αυξήθηκε με ταχύτερο ρυθμό σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ-28 σε όλες τις περιφέρειες της Βουλγαρίας, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας, της Ρουμανίας και της Σλοβακίας, καθώς και σε όλες τις περιφέρειες εκτός από την περιφέρεια της πρωτεύουσας στο Βέλγιο, την Τσεχική Δημοκρατία και την Αυστρία και σε όλες τις περιφέρειες εκτός από μία (όχι την περιφέρεια της πρωτεύουσας) στη Δανία και τη Γερμανία. Αντιθέτως, όλες οι περιφέρειες στην Ελλάδα, την Ισπανία, την Κροατία, την Ιταλία, τις Κάτω Χώρες, τη Σλοβενία, τη Φινλανδία (εξαιρουμένης της περιφέρειας Åland) και τη Σουηδία κατέγραψαν αύξηση του μέσου κατά κεφαλήν ΑΕΠ με βραδύτερους ρυθμούς σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ-28 (κυρίως λόγω της βραδείας ανάπτυξης παρά εξαιτίας απόλυτης πτώσης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ). Στην Ιρλανδία μία περιφέρεια κατέγραψε αύξηση με ταχύτερους ρυθμούς σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ-28 και μία με βραδύτερους ρυθμούς, ενώ μόνο στη Γαλλία, την Πορτογαλία και το Ηνωμένο Βασίλειο παρατηρήθηκε πιο ανομοιόμορφη εικόνα, με την πλειονότητα των περιφερειών να καταγράφουν αύξηση με βραδύτερους ρυθμούς σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ-28.

Παραγωγικότητα της εργασίας

Στο πλαίσιο των περιφερειακών λογαριασμών, η παραγωγικότητα της εργασίας ορίζεται ως η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία σε βασικές τιμές, σε ευρώ, ανά απασχολούμενο άτομο· ο χάρτης 3 παρουσιάζει αυτόν τον δείκτη για τις περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 το 2014, με τα αποτελέσματα να εμφανίζονται ως ποσοστό του μέσου όρου της ΕΕ-28. Η περιφερειακή παραγωγικότητα της εργασίας θα πρέπει, ιδανικά, να λαμβάνει υπόψη τον συνολικό αριθμό ωρών εργασίας (και όχι την απλή καταμέτρηση των απασχολούμενων ατόμων), αλλά το μέτρο αυτό είναι επί του παρόντος ελλιπές σε ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ.

ΕΣΤΙΑΣΗ ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΕΣ

Λουξεμβούργο, Λουξεμβούργο

Kirchberg Luxembourg.jpg

Το 2014 το Λουξεμβούργο είχε το υψηλότερο επίπεδο ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας ανά απασχολούμενο άτομο απ’ όλες τις περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 στην ΕΕ και η παραγωγικότητα εργασίας ήταν δύο φορές μεγαλύτερη από τον μέσο όρο της ΕΕ-28. Το Λουξεμβούργο κατέγραψε επίσης το δεύτερο υψηλότερο επίπεδο κατά κεφαλήν ΑΕΠ (μετά την περιφέρεια Inner London - West). Επισημαίνεται ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ δεν παρέχει απαραίτητα σαφή ένδειξη σχετικά με το εισόδημα που διαθέτουν τελικά τα νοικοκυριά, καθώς τα άτομα που μετακινούνται καθημερινά μπορεί να είναι εργαζόμενοι που συμβάλλουν στο ΑΕΠ μιας περιφέρειας (όπου εργάζονται) και στο οικογενειακό εισόδημα σε άλλη περιφέρεια (στην οποία ζουν).

©: nicrob 77

Εάν υπάρχουν σημαντικές ροές μετακινούμενων εργαζομένων μεταξύ περιφερειών, τότε είναι πιθανόν οι περιφέρειες αυτές που χαρακτηρίζονται ως περιοχές με καθαρές εισροές μετακινούμενων εργαζομένων να εμφανίζουν χαμηλότερα επίπεδα ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας ανά απασχολούμενο από τους αντίστοιχους δείκτες για το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, εάν τα στοιχεία για την απασχόληση αφορούν την περιοχή απασχόλησης και όχι διαμονής. Με άλλα λόγια, το χάσμα μεταξύ των περιφερειών μπορεί να είναι πιο περιορισμένο κατά την ανάλυση της παραγωγικότητας της εργασίας απ’ ό,τι όταν αναλύεται το κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Ωστόσο, το υψηλότερο επίπεδο της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας ανά εργαζόμενο το 2014 καταγράφηκε στο Λουξεμβούργο, το οποίο είχε ένα από τα υψηλότερα επίπεδα κατά κεφαλήν ΑΕΠ· πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για το Λονδίνο.

Σχετικά υψηλά επίπεδα παραγωγικότητας της εργασίας μπορεί να συνδέονται με την αποτελεσματική χρήση της εργασίας (χωρίς τη χρήση περισσότερων πόρων) ή μπορούν να προκύψουν από τον συνδυασμό των δραστηριοτήτων που συνθέτουν μια συγκεκριμένη οικονομία (καθώς ορισμένες δραστηριότητες έχουν υψηλότερα επίπεδα παραγωγικότητας της εργασίας από άλλες). Για παράδειγμα, ο τομέας των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών διαδραματίζει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην οικονομία του Λουξεμβούργου και η εν λόγω δραστηριότητα χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα παραγωγικότητας. Η Νότια και Ανατολική Ιρλανδία (που περιλαμβάνει το Δουβλίνο) —η οποία επίσης ειδικεύεται στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών— ήταν επίσης μεταξύ των τριών κορυφαίων περιφερειών με τα υψηλότερα επίπεδα παραγωγικότητας της εργασίας. Ο κατάλογος των 10 κορυφαίων συμπληρωνόταν από τρεις περιφέρειες του Βελγίου (την περιφέρεια της πρωτεύουσας και τις γειτονικές της περιφέρειες), τις περιφέρειες της δανικής, της γαλλικής και της σουηδικής πρωτεύουσας και δύο περιφέρειες που σχετίζονται με την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Βόρεια Θάλασσα (για τις οποίες αναφέρθηκε ήδη ότι έχουν υψηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ), ήτοι τις περιφέρειες του Groningen και της βορειοανατολικής Σκωτίας.

Η παραγωγικότητα της εργασίας είναι χαμηλότερη στα κράτη μέλη που προσχώρησαν στην ΕΕ το 2004 ή πιο πρόσφατα

Δεν υπήρχε ούτε μία περιφέρεια από τα κράτη μέλη που προσχώρησαν στην ΕΕ το 2004 ή πιο πρόσφατα που να είχε επίπεδο ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας ανά απασχολούμενο άτομο πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ-28. Η περιφέρεια της σλοβακικής πρωτεύουσας Bratislavský kraj εμφάνισε το υψηλότερο ποσοστό ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας ανά απασχολούμενο άτομο μεταξύ των περιφερειών επιπέδου NUTS 2 από αυτά τα 13 κράτη μέλη (με την επιφύλαξη της διαθεσιμότητας στοιχείων), υπερβαίνοντας μόλις το 80 % του μέσου όρου της ΕΕ-28 το 2014.

Υπήρχαν 64 περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 όπου η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία ανά απασχολούμενο άτομο ήταν μικρότερη από τα τρία τέταρτα του μέσου όρου της ΕΕ-28 το 2014 (όπως φαίνεται από την πιο σκουρόχρωμη μοβ σκίαση στον χάρτη 3). Από αυτές τις περιφέρειες, υπήρχαν 46 περιφέρειες όπου το ποσοστό αυτό ήταν μικρότερο από το ήμισυ του μέσου όρου της ΕΕ-28: οι περιφέρειες αυτές βρίσκονταν σε δύο από τα κράτη μέλη της Βαλτικής (Λετονία και Λιθουανία, καθεμία από τις οποίες αποτελεί ενιαία περιφέρεια σε αυτό το επίπεδο ανάλυσης) και στις ανατολικές περιφέρειες της ΕΕ, με χαμηλά ποσοστά παραγωγικότητας της εργασίας σε όλες τις περιφέρειες της Βουλγαρίας, της Κροατίας και της Ουγγαρίας, σε όλες εκτός από δύο περιφέρειες στην Τσεχική Δημοκρατία και την Πολωνία, σε όλες εκτός από μία περιφέρεια στη Ρουμανία και σε μία περιφέρεια στη Σλοβακία. Η μόνη νότια περιφέρεια με παραγωγικότητα εργασίας κάτω από το ήμισυ του μέσου όρου της ΕΕ-28 το 2014 ήταν η περιφέρεια Norte στην Πορτογαλία.

Πρωτογενές εισόδημα νοικοκυριών

Τα τελευταία χρόνια γίνονται όλο και περισσότερες συζητήσεις σχετικά με την ποιότητα ζωής στην Ευρώπη, καθώς πολλοί θεωρούν ότι το συνολικό βιοτικό τους επίπεδο έχει επιδεινωθεί από την έναρξη της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης, ιδίως ως αποτέλεσμα της μείωσης των πραγματικών μισθών, της αύξησης της ανεργίας, των πρόσθετων φορολογικών ή κοινωνικών επιβαρύνσεων, της μείωσης των παροχών ή της ανόδου των τιμών.

Ο χάρτης 4 παρουσιάζει μια επισκόπηση του πρωτογενούς εισοδήματος ανά κάτοικο σε περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 για 26 από τα κράτη μέλη της ΕΕ: δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για το Λουξεμβούργο και τη Μάλτα. Τα στοιχεία παρουσιάζονται σε μονάδες αγοραστικής δύναμης όσον αφορά την κατανάλωση (ΜΑΔΚ), οι οποίες προσαρμόζονται με βάση τις διαφορές των τιμών μεταξύ των περιφερειών. Το 2013 το πρωτογενές εισόδημα κυμαινόταν από 51,2 χιλιάδες ΜΑΔΚ ανά κάτοικο στην περιφέρεια Inner London - West έως 4,8 χιλιάδες ΜΑΔΚ στην περιφέρεια Severozapaden, που αντιστοιχεί σε αναλογία 10,6 προς 1· ως εκ τούτου, οι υψηλότερες και χαμηλότερες τιμές καταγράφηκαν στις ίδιες περιφέρειες που κατέγραψαν τα υψηλότερα και χαμηλότερα επίπεδα κατά κεφαλήν ΑΕΠ.

Υψηλά επίπεδα πρωτογενούς εισοδήματος σε πολλές γερμανικές περιφέρειες και γενικότερα εντός και γύρω από τις πρωτεύουσες

52 περιφέρειες κατέγραψαν πρωτογενές εισόδημα ανά κάτοικο τουλάχιστον 22,5 χιλιάδες ΜΑΔΚ το 2013. Οι περισσότερες (27) από τις περιφέρειες αυτές βρισκόταν στη Γερμανία, συμπεριλαμβανομένων των περιφερειών με τη δεύτερη, τρίτη και τέταρτη υψηλότερη επίδοση, ήτοι του Oberbayern, της Στουτγάρδης και του Αμβούργου. Εκτός από την περιφέρεια Inner London - West, υπήρχαν επτά ακόμα βρετανικές περιφέρειες, κυρίως στη νοτιοανατολική Αγγλία και μία περιφέρεια στη Σκωτία (βορειοανατολική Σκωτία). Άλλα κράτη μέλη της ΕΕ με πολλαπλές περιφέρειες στην ομάδα αυτή ήταν η Αυστρία (πέντε περιφέρειες), το Βέλγιο (τέσσερις περιφέρειες, συγκεντρωμένες γύρω από την περιφέρεια της πρωτεύουσας αλλά χωρίς να την περιλαμβάνουν), η Ιταλία, οι Κάτω Χώρες και η Φινλανδία (από δύο περιφέρειες), ενώ υπήρχε μία γαλλική και μία σουηδική περιφέρεια. Όπως και με τις πληροφορίες που παρουσιάστηκαν ήδη για το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, ένα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία του χάρτη 4 είναι το σχετικά υψηλό επίπεδο πρωτογενούς εισοδήματος ανά κάτοικο που έχει καταγραφεί σε περιφέρειες που περιλαμβάνουν ή περιβάλλουν πρωτεύουσες.

Στο άλλο άκρο του φάσματος, υπήρχαν 36 περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 που κατέγραψαν πρωτογενές εισόδημα ανά κάτοικο μικρότερο από 10 χιλιάδες ΜΑΔΚ. Οι περιφέρειες αυτές βρίσκονταν κυρίως στη Λετονία (μία περιφέρεια σε αυτό το επίπεδο ανάλυσης), την Ελλάδα και τα ανατολικά κράτη μέλη της ΕΕ, ιδίως τη Βουλγαρία (και οι έξι περιφέρειες), την Κροατία (αμφότερες οι περιφέρειες), την Ουγγαρία (έξι από τις επτά περιφέρειες), τη Ρουμανία (έξι από τις οκτώ περιφέρειες), την Πολωνία (8 από τις 16 περιφέρειες) και τη Σλοβακία (μία από τις τέσσερις περιφέρειες)· επιπλέον υπήρχε και μία γαλλική περιφέρεια.

Διαθέσιμο εισόδημα

Το γράφημα 2 και ο χάρτης 5 παρουσιάζουν πληροφορίες για τα διαθέσιμα εισοδήματα των νοικοκυριών, με άλλα λόγια, το καθαρό εισόδημα που μπορεί να δαπανηθεί ή να αποταμιευτεί (αφού καταβληθούν οι φόροι και οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης και αφού ληφθούν οι κοινωνικές παροχές). Το υψηλότερο διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο το 2013 καταγράφηκε στην περιφέρεια Inner London - West, με 37,9 χιλιάδες ΜΑΔΚ· επισημαίνεται ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για το Λουξεμβούργο και τη Μάλτα. Οι υπόλοιπες 9 από τις 10 κορυφαίες περιφέρειες βρίσκονταν όλες στη Γερμανία, με το υψηλότερο επίπεδο διαθέσιμου εισοδήματος να καταγράφεται στη βαυαρική περιφέρεια του Oberbayern (η οποία περιλαμβάνει το Μόναχο).

Το υψηλότερο επίπεδο διαθέσιμου εισοδήματος ανά κάτοικο στην περιφέρεια Inner London - West ήταν 7,7 φορές υψηλότερο από αυτό της γαλλικής υπερπόντιας περιφέρειας Mayotte (4,9 χιλιάδες ΜΑΔΚ)· ως εκ τούτου, σε σύγκριση με την ίδια αναλογία για το πρωτογενές εισόδημα (10,6 προς 1), το εύρος μεταξύ της υψηλότερης και της χαμηλότερης τιμής περιφέρειας περιορίζεται σημαντικά. Πράγματι, το διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο στις περισσότερες περιφέρειες είναι γενικά χαμηλότερο από τα αντίστοιχα αριθμητικά στοιχεία πρωτογενούς εισοδήματος ανά κάτοικο ως αποτέλεσμα της κρατικής παρέμβασης (ανακατανομή). Αυτό ισχύει ιδίως σε περιφέρειες που θεωρούνται ότι έχουν τους υψηλότερα αμειβόμενους εργαζομένους (συνήθως οι περιφέρειες των πρωτευουσών), καθώς η φορολογία και οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης συνήθως αυξάνονται σε συνάρτηση με το εισόδημα.

Το γράφημα 2 δείχνει ότι στις περιφέρειες των πρωτευουσών καταγράφονταν συχνά τα υψηλότερα επίπεδα διαθέσιμου εισοδήματος, παρόλο που η τάση αυτή ήταν λιγότερο αισθητή σε ορισμένα από τα κράτη μέλη της ΕΕ με τα υψηλότερα επίπεδα διαθέσιμου εισοδήματος: στο Βέλγιο, τη Γερμανία και την Αυστρία το διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο για την περιφέρεια της πρωτεύουσας ήταν κάτω από τον εθνικό μέσο όρο. Οι περιφέρειες των πρωτευουσών της Ισπανίας, της Ιταλίας, της Ουγγαρίας και της Φινλανδίας κατέγραψαν διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο πάνω από τους αντίστοιχους εθνικούς μέσους όρους τους, παρότι υπήρχε τουλάχιστον μία ακόμα περιφέρεια σε καθένα από αυτά τα κράτη μέλη που κατέγραψε υψηλότερο επίπεδο διαθέσιμου εισοδήματος ανά κάτοικο.

Εκτός από τις περιφέρειες των πρωτευουσών, υπήρχε σχετικά ομοιόμορφη κατανομή του διαθέσιμου εισοδήματος στις περιφέρειες των περισσότερων κρατών μελών της ΕΕ

Με εξαίρεση τις περιφέρειες των πρωτευουσών, στα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ η κατανομή του διαθέσιμου εισοδήματος ανά κάτοικο παρουσίαζε σχετικά περιορισμένο εύρος στις υπόλοιπες περιφέρειες. Αυτό ίσχυε ιδίως στη Δανία, τη Σουηδία και την Αυστρία, που εμφάνιζαν ιδιαίτερα ομοιόμορφες κατανομές. Αντιθέτως, εξαιρουμένων και πάλι των περιφερειών των πρωτευουσών, οι μεγαλύτερες αποκλίσεις στο διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο σε περιφέρειες του ίδιου κράτους μέλους της ΕΕ καταγράφηκαν στην Ιταλία, τη Γαλλία και την Ισπανία· στη Γαλλία το γεγονός αυτό οφειλόταν κυρίως στις σχετικά χαμηλές τιμές σε ορισμένες από τις υπερπόντιες περιφέρειές της, ενώ στην Ιταλία και την Ισπανία οι διαφορές αντανακλούσαν τον διαχωρισμό βορρά-νότου (με υψηλότερα επίπεδα διαθέσιμου εισοδήματος στις βορειότερες περιφέρειες).

Αν και οι περισσότερες περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 ανέφεραν ότι το διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο ήταν χαμηλότερο από το πρωτογενές εισόδημα ανά κάτοικο, 46 περιφέρειες επωφελήθηκαν από κοινωνικές παροχές και λοιπές μεταβιβάσεις σε τέτοιο βαθμό ώστε το διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο να είναι υψηλότερο από το πρωτογενές τους εισόδημα. Η κατάσταση αυτή παρατηρήθηκε σε 10 από τις 13 ελληνικές περιφέρειες, και στις έξι βουλγαρικές περιφέρειες, σε πέντε από τις οκτώ ρουμανικές περιφέρειες, σε πέντε από τις επτά πορτογαλικές περιφέρειες, σε τέσσερις από τις επτά ουγγρικές περιφέρειες, σε τρεις περιφέρειες στην Ισπανία, τρεις στην Ιταλία και τρεις στο Ηνωμένο Βασίλειο, δύο περιφέρειες στην Πολωνία και από μία περιφέρεια στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Κροατία και τη Σλοβακία, καθώς και στην Κύπρο (η οποία αποτελεί ενιαία περιφέρεια σε αυτό το επίπεδο ανάλυσης).

Οι μεγαλύτερες αυξήσεις του διαθέσιμου εισοδήματος καταγράφηκαν σε πολλές περιφέρειες της Γερμανίας, της Πολωνίας και της Ρουμανίας

Ο χάρτης 5 παρουσιάζει τη μεταβολή στο διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο σε περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 από το 2008 έως το 2013· σημειώνεται ότι τα στοιχεία για την Ισπανία αφορούν τη μεταβολή από το 2010 έως το 2013 και ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες για την Κροατία, το Λουξεμβούργο και τη Μάλτα. Η πιο εμφανής τάση στον χάρτη είναι οι σχετικά μεγάλες αυξήσεις των διαθέσιμων εισοδημάτων στη Γερμανία, την Πολωνία και τη Ρουμανία κατά την υπό εξέταση περίοδο. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις στο διαθέσιμο εισόδημα στις περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 για τις οποίες υπάρχουν στοιχεία καταγράφηκαν στην περιφέρεια της πολωνικής πρωτεύουσας Mazowieckie και τη ρουμανική περιφέρεια Vest. Οι πολωνικές και οι ρουμανικές περιφέρειες, από κοινού με την περιφέρεια της σλοβακικής πρωτεύουσας, κάλυψαν και τις 10 κορυφαίες θέσεις.

Το διαθέσιμο εισόδημα μειώθηκε κατά περισσότερο από χίλιες ΜΑΔΚ σε όλες τις ελληνικές περιφέρειες

Οι μεγαλύτερες μειώσεις του διαθέσιμου εισοδήματος έγιναν αισθητές σε ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ που επλήγησαν περισσότερο από τη χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση. Υπήρχαν 38 περιφέρειες σε ολόκληρη την ΕΕ-28 όπου το διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο μειώθηκε κατά περισσότερο από χίλιες ΜΑΔΚ από το 2008 έως το 2013 (όπως φαίνεται από την πιο σκουρόχρωμη μοβ σκίαση στον χάρτη 5). Σε αυτή την ομάδα περιλαμβάνονταν και οι 13 ελληνικές περιφέρειες, οι δε εννέα περιφέρειες με τη μεγαλύτερη μείωση σε ολόκληρη την ΕΕ-28 ήταν στο σύνολό τους ελληνικές, ενώ η μεγαλύτερη μείωση σημειώθηκε στην περιφέρεια της ελληνικής πρωτεύουσας (Αττική). Στις υπόλοιπες περιοχές, την εν λόγω ομάδα των 38 περιφερειών συμπλήρωναν 11 περιφέρειες από την Ιταλία, 10 από το Ηνωμένο Βασίλειο, οι δύο ιρλανδικές περιφέρειες, καθώς και μία από τις δύο σλοβενικές περιφέρειες και η Κύπρος (η οποία αποτελεί ενιαία περιφέρεια σε αυτό το επίπεδο ανάλυσης).

Πηγές και διαθεσιμότητα δεδομένων

ΕΣΛ 2010

Το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών (ΕΣΛ) παρέχει τη μεθοδολογία των εθνικών λογαριασμών στην ΕΕ. Η τρέχουσα έκδοση, ESA 2010, εγκρίθηκε τον Μάιο του 2013 και τέθηκε σε εφαρμογή από τον Σεπτέμβριο του 2014.

Το ΕΣΛ 2010 παρέχει εναρμονισμένη μεθοδολογία που πρέπει να χρησιμοποιείται για την κατάρτιση εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών στην ΕΕ. Εξασφαλίζει ότι οι οικονομικές στατιστικές σχετικά με τις οικονομίες των κρατών μελών της ΕΕ καταρτίζονται με τρόπο συνεπή, συγκρίσιμο, αξιόπιστο και επικαιροποιημένο. Η νομική βάση για τις εν λόγω στατιστικές είναι ένας κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (αριθ. 549/2013).

Περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τη μετάβαση από το ΕΣΛ 95 στο ΕΣΛ 2010 παρουσιάζονται στον δικτυακό τόπο της Eurostat.

NUTS

Τα στοιχεία που παρουσιάζονται στο παρόν άρθρο στηρίζονται αποκλειστικά στην έκδοση NUTS του 2013.

Κάλυψη

Οι στατιστικές από περιφερειακούς οικονομικούς λογαριασμούς που εμφανίζονται αφορούν σε μεγάλο βαθμό περιφέρειες επιπέδου NUTS 2. Στοιχεία για την Ελβετία, την Αλβανία και τη Σερβία υπάρχουν μόνο σε εθνικό επίπεδο. Οι τελευταίες διαθέσιμες στατιστικές για τις νορβηγικές περιφέρειες αφορούν το 2013, παρότι υπάρχουν διαθέσιμα εθνικά στοιχεία για το 2014.

Σημειώνεται ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμες πλήρεις χρονικές σειρές για όλες τις περιφέρειες: θα πρέπει επομένως να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή κατά την ανάλυση χαρτών που δείχνουν εξέλιξη στην πάροδο του χρόνου. Παρέχονται υποσημειώσεις που διευκρινίζουν κάθε απόκλιση από την κανονική κάλυψη.

Ορισμοί των δεικτών

Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) είναι ένα βασικό μέτρο της γενικής κατάστασης όσον αφορά την υγεία της οικονομίας μιας χώρας. Είναι ένας συγκεντρωτικός δείκτης μέτρησης της παραγωγής, ο οποίος ισούται με το άθροισμα της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας όλων των εγχωρίων θεσμικών μονάδων που ασχολούνται με την παραγωγή, συν τυχόν φόρους μείον τυχόν επιδοτήσεις, για τα προϊόντα που δεν συμπεριλαμβάνονται στην αξία των εκροών τους. Η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία είναι η διαφορά μεταξύ παραγωγής και ενδιάμεσης κατανάλωσης.

Το ΑΕΠ ανά απασχολούμενο έχει στόχο να δώσει μια συνολική εικόνα της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας της εθνικής/περιφερειακής οικονομίας. Εξαρτάται, σε κάποιο βαθμό, από τη δομή της συνολικής απασχόλησης και μπορεί, για παράδειγμα, να περιοριστεί με μια μετάβαση από εργασία πλήρους απασχόλησης σε εργασία μερικής απασχόλησης.

Η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία σε βασικές τιμές είναι το εξισωτικό μέγεθος του λογαριασμού παραγωγής των εθνικών λογαριασμών, που ορίζεται ως παραγωγή σε βασικές τιμές μείον την ενδιάμεση κατανάλωση σε τιμές αγοραστή. Η βασική τιμή αποτελεί το ποσό που εισπράττει ο παραγωγός από τον αγοραστή για μια μονάδα προϊόντος αφαιρουμένου κάθε φόρου επί του προϊόντος και με την προσθήκη τυχόν επιδοτήσεων που αφορούν το προϊόν. Η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία αναλύεται κατά δραστηριότητα: το ποσό της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας σε βασικές τιμές όλων των δραστηριοτήτων συν τους φόρους επί προϊόντων μείον τις επιδοτήσεις προϊόντων παρέχει το ΑΕΠ.

Το πρωτογενές εισόδημα νοικοκυριών παράγεται απευθείας από τις συναλλαγές της αγοράς. Σε αυτό περιλαμβάνεται συνήθως το εισόδημα από αμειβόμενη εργασία και αυτοαπασχόληση, καθώς και το εισόδημα που εισπράττεται υπό μορφή τόκων, μερισμάτων και ενοικίων· οι πληρωτέοι τόκοι και τα πληρωτέα ενοίκια καταγράφονται ως αρνητικά στοιχεία.

Το διαθέσιμο εισόδημα προέρχεται από το πρωτογενές εισόδημα προσθέτοντας όλες τις κοινωνικές παροχές και χρηματικές μεταφορές (από την κρατική ανακατανομή) και αφαιρώντας τους φόρους επί του εισοδήματος και του πλούτου και τις εισφορές κοινωνικές ασφάλισης και παρόμοιες μεταφορές· ως εκ τούτου, αντιπροσωπεύει το καθαρό εισόδημα.

Πλαίσιο

Μέτρηση της οικονομικής ανάπτυξης

Η οικονομική ανάπτυξη εκφράζεται συνήθως σε όρους ΑΕΠ, το οποίο σε περιφερειακό επίπεδο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη μέτρηση της μακροοικονομικής δραστηριότητας και ανάπτυξης, καθώς και για την παροχή της βάσης για συγκρίσεις μεταξύ των περιφερειών. Το ΑΕΠ είναι επίσης σημαντικός δείκτης από τη σκοπιά της πολιτικής, καθώς είναι καίριας σημασίας για τον προσδιορισμό του βαθμού στον οποίο κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να συμβάλει στον προϋπολογισμό της ΕΕ, ενώ μέσοι όροι του ΑΕΠ τριετίας χρησιμοποιούνται για να αποφασιστεί ποιες περιφέρειες θα είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ.

Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ θεωρείται συχνά αντιπροσωπευτικός δείκτης του συνολικού βιοτικού επιπέδου. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να αποτελέσει την αφετηρία συζητήσεων χάραξης πολιτικής ως μόνη πηγή πληροφοριών, δεδομένου ότι δεν λαμβάνει υπόψη εξωτερικούς παράγοντες όπως η περιβαλλοντική αειφορία ή η κοινωνική ένταξη, που θεωρούνται ολοένα και περισσότερο σημαντικές κινητήριες δυνάμεις για την ποιότητα ζωής.

Ορισμένες διεθνείς πρωτοβουλίες επικεντρώθηκαν στο ζήτημα αυτό και τον Αύγουστο του 2009 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με τίτλο ΑΕΠ και πέρα από αυτό: η μέτρηση της προόδου σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο (COM(2009) 433 τελικό), που παρουσιάζει μια σειρά δράσεων για τη βελτίωση και συμπλήρωση των μετρήσεων του ΑΕΠ. Εκεί επισημαινόταν ότι υπάρχει προφανής ανάγκη για τη συμπλήρωση του ΑΕΠ με στατιστικές που καλύπτουν άλλες οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές παραμέτρους, από τις οποίες εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η ευμάρεια του ανθρώπου. Οι πρόσφατες εξελίξεις όσον αφορά αυτούς τους συμπληρωματικούς δείκτες περιγράφονται λεπτομερώς στο έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής με τίτλο Progress on ‘GDP and beyond’ actions (SWD(2013) 303 final), στο οποίο επιβεβαιώνεται το δημόσιο συμφέρον για μέτρα αξιολόγησης ευρύτερα του ΑΕΠ, μεταξύ άλλων σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.

Οικονομικές πολιτικές

Οι περιφερειακές ανισότητες μπορεί να οφείλονται σε πολλούς παράγοντες, όπως: γεωγραφική απομόνωση ή χαμηλή πληθυσμιακή πυκνότητα, κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές ή κληρονομιά των προγενέστερων οικονομικών συστημάτων. Οι ανισότητες αυτές μπορούν να εκδηλωθούν, μεταξύ άλλων, υπό τη μορφή κοινωνικής στέρησης, χαμηλής ποιότητας στέγασης, εκπαίδευσης ή υγειονομικής περίθαλψης, υψηλότερων επιπέδων ανεργίας ή ανεπαρκών υποδομών.

Η περιφερειακή πολιτική της ΕΕ έχει ως στόχο να στηρίξει την ευρύτερη ατζέντα για τη στρατηγική «Ευρώπη 2020». Είναι σχεδιασμένη για την προαγωγή της αλληλεγγύης και της συνοχής, έτσι ώστε κάθε περιφέρεια να δύναται να αναπτύξει πλήρως τις δυνατότητές της, μέσα από τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της απασχόλησης και την αύξηση του βιοτικού επιπέδου στις «φτωχότερες περιφέρειες» μέχρι τον μέσο όρο της ΕΕ το συντομότερο δυνατό.

Η πολιτική συνοχής

Περισσότερο από το ένα τρίτο του προϋπολογισμού της ΕΕ διατίθεται για την πολιτική για τη συνοχή, η οποία αποσκοπεί στην άρση των οικονομικών, κοινωνικών και εδαφικών ανισοτήτων σε ολόκληρη την ΕΕ, για παράδειγμα, διευκολύνοντας την αναδιάρθρωση παρακμαζουσών βιομηχανικών περιοχών ή τη διαφοροποίηση αγροτικών περιοχών. Στο πλαίσιο αυτό, η περιφερειακή πολιτική της ΕΕ έχει ως στόχο να καταστήσει τις περιφέρειες πιο ανταγωνιστικές, να προωθήσει την οικονομική ανάπτυξη και να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας. Η περιφερειακή πολιτική της ΕΕ είναι μια επενδυτική πολιτική που στηρίζει τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την ανταγωνιστικότητα, την οικονομική ανάπτυξη, τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και τη βιώσιμη ανάπτυξη.

Για την περίοδο 2014-20, οι στόχοι της ενωσιακής πολιτικής για τη συνοχή έχουν επανακαθοριστεί με σκοπό τον μέγιστο αντίκτυπο στην ανάπτυξη και την απασχόληση. Κατά την περίοδο αυτή, συνολικά 351 δισ. ευρώ θα επενδυθούν στις περιφέρειες της ΕΕ. Οι επενδύσεις θα συνεχιστούν σε όλες τις περιφέρειες, αλλά εγκρίθηκαν πολιτικές μεταρρυθμίσεις για την αλλαγή των επιπέδων στήριξης σύμφωνα με την ακόλουθη ταξινόμηση:

  • λιγότερο αναπτυγμένες περιφέρειες (ΑΕΠ < 75 % του μέσου όρου της ΕΕ-27)·
  • περιφέρειες μετάβασης (ΑΕΠ 75 % – 90 % του μέσου όρου της ΕΕ-27)· και
  • περισσότερο αναπτυγμένες περιφέρειες (ΑΕΠ > 90 % του μέσου όρου της ΕΕ-27).

Η περιφερειακή πολιτική της ΕΕ έχει ως στόχο να βοηθήσει κάθε περιφέρεια να πετύχει το μέγιστο των δυνατοτήτων της, μέσω της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας και της βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των φτωχότερων περιφερειών προς τον μέσο όρο της ΕΕ (σύγκλιση). Η περιφερειακή οικονομική πολιτική έχει ως στόχο να τονώσει τις επενδύσεις στις περιφέρειες μέσω της βελτίωσης της προσβασιμότητας, της παροχής ποιοτικών υπηρεσιών και της διατήρησης του περιβάλλοντος, ενθαρρύνοντας την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, με παράλληλη αντιμετώπιση των ανισοτήτων που μπορεί να έχουν τη μορφή κοινωνικής εξαθλίωσης, κακών συνθηκών στέγασης, εκπαίδευσης και υγειονομικής περίθαλψης, υψηλής ανεργίας ή ανεπαρκών προβλεπόμενων υποδομών.

Τόνωση της απασχόλησης, της ανάπτυξης και των επενδύσεων

Το 2014 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όρισε ως πρώτη προτεραιότητά της την «τόνωση της απασχόλησης, της ανάπτυξης και των επενδύσεων». Πρόκειται για μια σημαντική νέα πρωτοβουλία που θέτει ως στόχο να απελευθερώσει δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις για έργα υποδομών, όπως το ευρυζωνικό διαδίκτυο, τα δίκτυα ενέργειας και οι μεταφορές. Στην ανακοίνωσή της με τίτλο Ένα επενδυτικό σχέδιο για την Ευρώπη (COM(2014) 903 final), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τόνισε τον ρόλο που θα πρέπει να αναλάβουν τα κράτη μέλη της ΕΕ και οι περιφερειακές αρχές, ώστε να αποκομίσουν τον μέγιστο δυνατό αντίκτυπο από τα διαρθρωτικά ταμεία, μέσω της αξιοποίησης ποικιλίας χρηματοδοτικών μέσων, με τη μορφή δανείων, εισφορών και εγγυήσεων. Τον Ιανουάριο του 2015, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση για την αξιοποίηση στο έπακρο της ελαστικότητας στο πλαίσιο των υφιστάμενων κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (COM(2015) 12 final). Στόχος της ανακοίνωσης αυτής είναι να ενισχυθεί ο σύνδεσμος μεταξύ των επενδύσεων, των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής ευθύνης.

Βλέπε επίσης

Περαιτέρω πληροφορίες της Eurostat

Προβολή δεδομένων

Εκδόσεις

Βασικοί πίνακες

Περιφερειακοί οικονομικοί λογαριασμοί — ΕΣΛ 2010 (t_nama_reg)

Βάση δεδομένων

Περιφερειακοί οικονομικοί λογαριασμοί — ΕΣΛ 2010 (reg_eco10)

Ειδική ενότητα

Μεθοδολογία / Μεταδεδομένα

Πηγή δεδομένων για γραφήματα και χάρτες (MS Excel)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι